Παιδεύω: υποβάλλω κάποιον σε κόπους ή ταλαιπωρίες, καταπονώ, ταλαιπωρώ, βασανίζω, τυραννώ.
Εκπαιδεύω : α. Ασκώ κάποιον ώστε να γίνει ικανός να εκτελεί ένα έργο, να ασκεί μια τέχνη, ένα επάγγελμα. Να εφαρμόζει μια μέθοδο, μια τεχνική στη χρήση μιας μηχανής. Όλοι οι υπάλληλοι θα εκπαιδευτούν στη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών. Εκπαιδευμένο προσωπικό. Εκπαιδευμένοι στρατιώτες. β. Εκπαιδευτής σκύλων, αλόγων κλπ.
Διδάσκω: (Δί – δίδωμι, δαίς – μοιράζω) Δίνω γνώσεις σε μερίδες. Διαμερίζω την γνώση. (συνδαιτυμόνες)
Διδάσκαλος: Ο δίδων και μοιράζων τη γνώση. (Οι Διδάσκαλοι του Γένους, λόγιοι, κληρικοί ή λαϊκοί που με το έργο τους διαφώτισαν και δίδαξαν το υπόδουλο γένος, κατά την περίοδο της Tουρκοκρατίας)
Γιατί οι δάσκαλοι των παιδιών μας στο Δημοτικό σχολείο και το νηπιαγωγείο αυτοσυστήνονται ως εκπαιδευτικοί και όχι δάσκαλοι;
Γιατί υποβιβάζουν το πρόσωπο του δασκάλου στη βαθμίδα του εκπαιδευτή;
Γιατί το σπουδαίο λειτούργημά τους το υποβιβάζουν και από – εν δυνάμει - διαφωτιστές θέλουν να ονομάζονται εκπαιδευτές;
Το έκαναν μόνοι τους ή κάποιοι τους το επέβαλαν;
Και επειδή «αρχή σοφίας ονομάτων επίσκεψης» (Αντισθένης) το «εκπαιδευτικός» μήπως υποκρύπτει μύχιους πόθους ή περιγράφει απλά και καθαρά την πραγματικότητα;
*Εκπαιδευτής σκύλων υπάρχει, δάσκαλος σκύλων δεν υπάρχει!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου